Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2011

Σου μιλάω..τ' ακούς;


Δανεική μου ευτυχία, γιατί μου δείχνεις τα δόντια σαρκασμού σου κάθε μέρα;
Τόσο πολύ σου μοιάζω να αφήνομαι; Και κάθε που στρέφω τη ματιά μου αλλού -τάχα πως ξεχνώ τα χαρακτηριστικά σου-, μου δίνεις τέτοια δαγκωνιά που με δακρύζεις..
Τι ήρθες τότε; Πόνο είχα και πριν.. τι θέλησες ν’ αλλάξεις;
Μην τάχα φοβήθηκες ότι τον συνήθισα και δε μ’ ενοχλούσε τόσο, που τη μορφή του βάλθηκες ν’ αλλάξεις; Τι ανόητη αν έτσι ξεγελάστηκες..
Αλλά θα φύγεις και συ, το ξέρω. Όταν ρουφήξεις όσα μπορείς και πάψω πια να σε θρέφω, θα μ’ εγκαταλείψεις∙ ή θα μετασχηματιστείς, γιατί το πέπλο που ρίχνεις τώρα στους ώμους μου θα χει τριφτεί απ’ το τράνταγμα και τα δάκρυα και θα χει πέσει. Ή σα δεύτερη σάρκα θα ενσωματωθεί απάνω μου για να δείχνει σε όλους το ασθενικό μου σώμα τι κουβαλάει απάνω. Αλλά να ξέρεις πως το καινούριο σου πέπλο δε θα με πονάει τόσο.. όχι στα σημεία που θα χει στεγνώσει πάνω μου το παλιό. Και ίσως κάποτε να μη μ’ αγγίζει τίποτε. Μόνο που δεν ξέρω αν κάτι τέτοιο θα ναι μακάριο ή κολασμένο..

Τρίτη 15 Φεβρουαρίου 2011

Συν ένα


Ατύχησαν τα λόγια μου∙
οι λέξεις μου πνιγήκαν.
Βουτήχτηκαν σε θάλασσες πληθωρισμού,
κει που οι λέξεις πια πεταχτήκαν
καθώς πλήθος έγιναν.
Κι έτσι τα λόγια μου πια δεν ακούγονται, 
γιατί τα καλύπτει ο θόρυβος των γύρω φωνών.
Ατύχησα να μαι στην εποχή του συν ένα.
Ακόμη μια φωνή στις πολλές.
Ακόμη ένας ανασφαλής γραφιάς ανάμεσα στους πολλούς.
Ακόμη ένας άτολμος ηθοποιός ανάμεσα στους θεατρίνους.
Ακόμα ένας μουγγός μεταξύ των φιμωμένων.
Ένας αναγνώστης των πολλών∙ που δεν είχαν προλάβει να γίνουν τόσοι.
Και τώρα πια γράφω από συνήθεια. 
Μπας και ακούσω εγώ αυτό που κρύβεται από τη σκέψη.
Μπας και το φυλακίσω όπως κάποτε, που κανείς δε μ’ άκουγε.
Τότε που κανείς δεν είχε φανερώσει την μπροστινή μεριά από το γυάλινο κουτί μου.
Τώρα όσοι περνούν από κει, απλά προσπερνούν με το κεφάλι σκυφτό, μουρμουρίζοντας ο καθένας τα δικά του λόγια.
Και το μόνο που περιμένω είναι να μπορέσω να ξανασκεπάσω το κουτί μου, να μην το βλέπει κανείς.
Μπας και καταφέρω έστω και τον εαυτό μου, με δαύτες τις λέξεις που εκτοξεύονται και ίπτανται, να ζεστάνω.