Κυριακή 18 Ιουλίου 2010

Αναλώσιμες στιγμές

Σφίξε τα δόντια σου ψυχή μου,
τόσο που ο πόνος και η ζάλη να μη σ' αφήνουν να δεις.
Πάψε να κοιτάς τα μελλούμενα, που ναι γνωστά σε σένα.
Μα άμα δεν τα σφίξεις μ' όλη σου τη δύναμη και σιγά κρυφοκοιτάξεις,
γι' άλλη μια φορά την άβυσσο θ' ατενίσεις, μόνο που φοβάμαι πως τώρα σου ναι ποθητή..
Άμα τα σφίξεις όμως δε θα δεις τα κλεμμένα νιάτα σου να απομακρύνονται βουβά και λεηλατημένα,
δε θα δεις αυτό που πλήθος σου δόθηκε, χωρίς να ξέρεις τότε πόσο ακριβά το πλήρωνες και θα το ξεπληρώνεις μια ζωή. Που να ξερες τότε ότι για να νικήσεις το θάνατο, σκότωσες τη ζωή!
Και τώρα σ' αυτήν ξανά γυρνάς,
το χρυσό σου ρούχο μοιάζει ανυπόφορο και πνιγηρό κοντά σε κείνο το κουρέλι που με περίσσεια στοργή προσπαθείς να περισώσεις.
Θα το αγαπούσες άραγε αν δεν το είχες ήδη πετάξει; Τι ευτυχία να μπορείς έστω για λίγο να γυρνάς σε αυτά που αρνήθηκες για χάρη του αιωνίου! Πόση θαλπωρή αγκαλιάζει πλέον την ψυχή μου...